Ανάμεσα στα στοιχεία των δύο υπηρεσιών υπάρχει μια διαφορά 541.910 κατοίκων. Αν υποθέσουμε ότι η εκτίμηση της Eurostat είναι ορθή (και όπως θα δούμε στη συνέχεια υπάρχουν στοιχεία που στηρίζουν την υπόθεση αυτή), γεννάται το ερώτημα γιατί δεν απογράφτηκε ένας τόσο μεγάλος αριθμός κατοίκων της χώρας, που αντιστοιχεί στο 5% του συνολικού πληθυσμού της;
Τα σχόλια στον Τύπο που συνόδευσαν την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της απογραφής του 2011, συνέκριναν τα αποτελέσματά της με το μόνιμο πληθυσμό της απογραφής του 2001, ο οποίος ανερχόταν σε 10.934.097, και κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι η μείωση του πληθυσμού κατά 146.409 οφείλεται στη μείωση των γεννήσεων και στην αύξηση των θανάτων στη χώρα μας. Το συμπέρασμα, όμως, αυτό δεν στηρίζεται σε πραγματικά στοιχεία. Ποια είναι η πραγματικότητα με βάση τα στοιχεία αυτά;Η φυσική αύξησηΑπό τα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. τα έτη 2001-2009 και της Eurostat το έτος 2010 για τις γεννήσεις και τους θανάτους στη χώρα μας τη δεκαετία 2001-2010 προκύπτει ότι η φυσική αύξηση του πληθυσμού (γεννήσεις μείον θάνατοι) ολόκληρη τη δεκαετία αυτή ήταν 39.472. Η φυσική αυτή αύξηση του πληθυσμού, όπως έχουμε δείξει σε πολλά άρθρα μας, οφείλεται στο γεγονός ότι ενώ οι θάνατοι των Ελλήνων τη δεκαετία αυτή ξεπερνούσαν τις γεννήσεις από Ελληνίδες μητέρες, δηλαδή σημειώθηκε φυσική μείωση των Ελλήνων, οι γεννήσεις από αλλοδαπές μητέρες μείον τους λίγους θανάτους αλλοδαπών υπερκάλυψαν τη μείωση αυτή.Μόνο, επομένως, από τη φυσική αύξηση του πληθυσμού της χώρας μας ο πληθυσμός της χώρας θα έπρεπε να είναι το 2011 ίσος με 10.934.097 + 39.472 = 10.973.569. Αν τα αποτελέσματα της απογραφής 2011 ήταν ορθά, θα έπρεπε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι στη διάρκεια της δεκαετίας 2001-2010, όχι μόνο δεν σημειώθηκε καθαρή εισροή μεταναστών, αλλά, αντίθετα, σημειώθηκε καθαρή εκροή πληθυσμού (Ελλήνων και αλλοδαπών) ίση με 10.973.569 – 10.787.690 = 185.879.Είναι προφανές ότι ένα τέτοιο συμπέρασμα έρχεται σε αντίθεση με την πραγματικότητα που βιώνει η χώρα όλα αυτά τα χρόνια, δηλαδή την εισροή δεκάδων χιλιάδων λαθρομεταναστών κάθε χρόνο, από τους οποίους ελάχιστοι επαναπροωθούνται στις χώρες προέλευσής τους. Υπάρχει, δηλαδή, μεγάλη καθαρή εισροή μεταναστών όλα αυτά τα χρόνια.Πράγματι τόσο η ΕΛ.ΣΤΑΤ. όσο και η Eurostat εκτιμούσαν ότι όλα τα έτη της δεκαετίας 2001-2010 υπήρχε καθαρή εισροή πληθυσμού (βασικά, δηλαδή, λαθρομεταναστών), η οποία έβαινε μειούμενη προς τέλος της δεκαετίας αυτής. Συνολικά στη διάρκεια των 10 αυτών ετών η Eurostat εκτιμά ότι σημειώθηκε καθαρή εισροή πληθυσμού ίση με 358.940.Πραγματικός αριθμόςΜε βάση, επομένως τα πραγματικά στοιχεία, ο πληθυσμός της χώρας το 2011 είναι ίσος με τον πληθυσμό της απογραφής 2001 (10.934.097) + τη φυσική αύξηση του πληθυσμού (39.472) + την καθαρή εισροή μεταναστών (358.940) = 11.332.509, δηλαδή όσος περίπου είναι ο πληθυσμός που ανακοίνωσε η Eurostat στις 28.7.2011.Το επόμενο ερώτημα είναι: σε ποιες περιφέρειες της χώρας εντοπίζεται το μεγαλύτερο ποσοστό της διαφοράς των 541.910 κατοίκων ανάμεσα στα στοιχεία της Eurostat και εκείνα της απογραφής του 2011. Στοιχεία για τον πληθυσμό των περιφερειών το 2011 δεν υπάρχουν. Στοιχεία στη βάση δεδομένων της Eurostat υπάρχουν μέχρι το 2009. Τα στοιχεία του έτους αυτού δίνονται στην 1η στήλη του πίνακα Με βάση τα στοιχεία της 1ης στήλης κατανέμουμε στις περιφέρειες τον πληθυσμό της χώρας την 1.1.2011 που ανακοίνωσε η Eurostat. Στην 3η στήλη δίνουμε τα στοιχεία της απογραφής του 2011 για τις περιφέρειες και στην 4η τη διαφορά ανάμεσα στη 2η και στην 3η στήλη.Από την 4η στήλη του πίνακα φαίνεται ότι οι μεγαλύτερες διαφορές ανάμεσα στις εκτιμήσεις της Eurostat και την απογραφή 2011 εστιάζονται κυρίως στην Αττική (-301.242) και κατά δεύτερο λόγο στην Κεντρική Μακεδονία (-80.324) και στη Δυτική Ελλάδα (-66.408). Η συνολική διαφορά στις 3 αυτές περιφέρειες είναι συνολικά -447.974, δηλαδή το 83% της συνολικής διαφοράς των -541.910.Είναι, πράγματι, πολύ πιθανόν στις τρεις αυτές περιφέρειες να υπάρχει ο μεγαλύτερος όγκος των μη απογραφέντων μεταναστών (ή ενδεχομένως και Ελλήνων), δεδομένου ότι στην Αττική και στην Κεντρική Μακεδονία (λόγω Θεσσαλονίκης) υπάρχουν οι περισσότερες ευκαιρίες απασχόλησης, ενώ η Δυτική Ελλάδα με το λιμάνι της Πάτρας είναι η πύλη προς την Ευρώπη, απ’ όπου ελπίζουν να φύγουν οι μετανάστες.Οι λόγοι στους οποίους μπορεί να οφείλεται η μη απογραφή 541.910 κατοίκων της χώρας είναι πολλοί. Οι κυριότεροι από αυτούς είναι: ο μη εντοπισμός διάσπαρτων ή κρυπτόμενων μεταναστών, η άρνηση κατοίκων (αλλοδαπών, αλλά και Ελλήνων) να ανοίξουν την πόρτα τους στους απογραφείς, η παροχή ανακριβών στοιχείων από ορισμένους για το σύνολο των ατόμων που διαμένουν σε μια κατοικία και, τέλος, το γεγονός ότι η απογραφή έγινε σε 15-17 μέρες και όχι σε 1 μέρα, όπως όλες οι προηγούμενες.Αν πράγματι ο πληθυσμός της χώρας είναι 11.329.600, όπως εκτιμά η Eurostat, και όχι 10.787.690 που έδειξε η απογραφή, είναι σαφές ότι πρέπει να υπάρξει αναπροσαρμογή των στοιχείων της απογραφής δεδομένου ότι ο ακριβής αριθμός των κατοίκων της χώρας έχει τεράστια σημασία όχι μόνο για δημογραφικούς σκοπούς (δηλαδή για προβολές για τη μεταβολή του πληθυσμού τα επόμενα χρόνια), αλλά και για την οικονομική, κοινωνική, περιφερειακή και μεταναστευτική πολιτική που θα εφαρμοστεί από εδώ κι εμπρός από τις κυβερνήσεις της χώρας, καθώς και για τις σχέσεις της Ελλάδας με την Ε.Ε. Το ερώτημα είναι πώς θα μπορέσει να γίνει η αναπροσαρμογή αυτή.ΕπανεκτίμησηΗ ΕΛ.ΣΤΑΤ. ανακοίνωσε ότι μετά την απογραφή διενήργησε έρευνα κάλυψης με μεγάλο δείγμα, προκειμένου να εκτιμηθεί η πληρότητα των ανακοινωθέντων στοιχείων. Ας ελπίσουμε ότι κάτι θα προκύψει από την έρευνα αυτή που θα βοηθήσει στην αναγκαία προσαρμογή των στοιχείων της απογραφής που ανακοινώθηκαν, αν και για την έρευνα αυτή ισχύουν οι προαναφερθέντες λόγοι μη καταγραφής όλων των κατοίκων και, ιδιαίτερα, όλων των μεταναστών.*
Ο Μανόλης Γ. Δρεττάκης είναι πρώην αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕΕΝΕΤ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου